Σχετικά προϊόντα
Εντερίτιδα (Εντερική βλεννογονίτιδα)
Ορισμός
Η εντερίτιδα ή βλεννογονίτιδα του πεπτικού (ή εντερική βλεννογονίτιδα) αναφέρεται στη βλάβη του βλεννογόνου του εντέρου 1,2. Ο βλεννογόνος του λεπτού εντέρου αποτελεί δομή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπου συντελούνται οι λειτουργίες της απορρόφησης των θρεπτικών συστατικών.
Τα αίτια
Στόχος της ακτινοθεραπείας είναι η χορήγηση συγκεκριμένης θεραπευτικής δόσης ακτινοβολίας με μέγιστη ακρίβεια σε συγκεκριμένους ιστούς, προκειμένου να καταστραφεί ο όγκος. Η ακτινοβόληση στην περιοχή του λεπτού εντέρου μπορεί να προκαλέσει οξεία βλεννογονίτιδα που ονομάζεται ακτινική εντερίτιδα ή μετακτινική εντερίτιδα.
Με τον όρο μετακτινική εντερίτιδα περιγράφεται μία μεγάλη ομάδα δευτεροπαθών αλλοιώσεων του λεπτού ή/και του παχέος εντέρου συνεπεία της ακτινοθεραπείας, ως μέρος του ογκολογικού θεραπευτικού πρωτοκόλλου γιά την αντιμετώπιση νεοπλασιών στην περιοχή της κοιλίας και της πυέλου. Παράγοντες όπως η ηλικία του ασθενή, το ιατρικό ιστορικό του , η θέση του όγκου, η δόση ακτινοβολίας, κλπ, επηρεάζουν την εμφάνιση, τη διάρκεια και την ένταση της εντερίτιδας.
Ορισμένα χημειοθεραπευτικά φάρμακα (ανοσοθεραπεία) μπορούν να προκαλέσουν επίσης εντερίτιδα ή κολίτιδα, η οποία εκδηλώνεται με κοιλιακά άλγη, ναυτία, εμέτους και διάρροιες.
Οι επιπτώσεις
Η ακτινική εντερίτιδα (βλεννογονίτιδα) χαρακτηρίζεται από αυξημένη απόπτωση, ατροφία λαχνών, απώλεια επιθηλίου, νέκρωση, φλεγμονή και υπερβολική έκκριση βλέννας στο έντερο3. Αυτό συνδέεται με μία πολύπλοκη βιολογική διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει μειωμένο κυτταρικό πολλαπλασιασμό του επιθηλίου, απορρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος, υπερβολικές φλεγμονώδεις αποκρίσεις, αλλαγές στην παραγωγή φλεγμονωδών κυτοκινών και λοιμώξεις μέσω της στοματικής βακτηριακής χλωρίδας4. Αυτή η ρήξη του βλεννογονικού φραγμού έχει ως αποτελέσματα :
- Την αυξημένη διαπερατότητα του εντέρου που προκαλεί τη διέλευση βακτηρίων στη γενική κυκλοφορία, αυξάνοντας τον κίνδυνο λοιμώξεων,
- Τη δυσαπορρόφηση θρεπτικών συστατικών,
Την εμφάνιση μιάς ανισορροπίας μεταξύ έκκρισης και απορρόφησης, που εκδηλώνεται με διαρροικό σύνδρομο3.
Εντερίτιδα και υποθρεψία
Σε άτομα με οξεία βλεννογονίτιδα του εντέρου και δυσαπορρόφηση θρεπτικών συστατικών υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης υποθρεψίας.
Επομένως, απαιτείται εξασφάλιση επαρκούς πρόσληψης θερμίδων, πρωτείνης και νερού, κάτι που μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολο όταν ο ασθενής αντιμετωπίζει αυτή την παρενέργεια στο πλαίσιο των αντινεοπλασματικών θεραπειών του. Δεν υπάρχουν ασφαλή συμπεράσματα για συγκεκριμένες διατροφικές παρεμβάσεις προκειμένου να μειωθούν τα συμπτώματα της εντερίτιδας.
Εντερίτιδα και σκευάσματα ειδικής διατροφής
Μία σωστή διατροφική παρέμβαση με σκευάσματα ειδικής διατροφής χαμηλού υπολείμματος, χαμηλής ωσμωτικότητας, πλούσια σε ψευδάργυρο και γλουταμίνη, χαμηλής περιεκτικότητας σε λίπος, είναι καλή επιλογή για την αποκατάσταση της απορρόφησης του εντέρου και την πρόσληψη θερμίδων, πρωτείνης και λοιπών διατροφικών ουσιών που «χάνονται» κατά την εκδήλωση της εντερίτιδας.
Ο Peter M. Anderson (Nutrients, 2020)5 σε πρόσφατη μελέτη του καταλήγει στο συμπέρασμα ότι : « Η χρήση της γλουταμίνης και ενός δισακχαρίτη, όπως η τρεαλόζη, βελτιώνει όχι μόνο τη στοματική βλεννογονίτιδα, αλλά και την οισοφαγίτιδα και την εντερίτιδα μετά από χημειοθεραπεία και ακτινοβολία».
Σε μία μελέτη της Eda Kucuktulu (Support Care Cancer, 2013)6 δόθηκε σκέυασμα γλουταμίνης σε ασθενείς υπό ακτινοθεραπεία πυέλου δύο φορές την ημέρα από 15 g γλουταμίνης κάθε φορά, δηλαδή 30 g γλουταμίνης ανά ημέρα. Η μελετητής κατέληξε ότι : « Όταν αξιολογήθηκε ο βαθμός διάρροιας, κανένας από τους ασθενείς στην ομάδα που έλαβε θεραπεία με γλουταμίνη δεν είχε διάρροια βαθμού 3-4, αλλά στην ομάδα του εικονικού σκευάσματος (placebo), η διάρροια βαθμού 3-4 παρατηρήθηκε στο 69% των ασθενών…Δεν υπήρξε διακοπή θεραπείας σε ασθενείς που έλαβαν γλουταμίνη».
Όταν σταδιακά επανέλθει η φυσιολογική λειτουργία του εντέρου, μπορούν να επανεισαχθούν στη δίαιτα « κλασικά » σκευάσματα διατροφής υψηλής θερμιδικής αξίας και υψηλής πρωτείνης με μεγαλύτερη ποσότητα λίπους γιά κάλυψη των αυξημένων αναγκών. Επίσης, μία δίαιτα χωρίς λακτόζη, χαμηλή σε λιπαρά και χαμηλή σε υπόλειμμα, μπορεί να έχει επίσης ευεργετική επίδραση στα συμπτώματα του ασθενούς. Ωστόσο, μελέτες που αξιολογούν την επίδραση της δίαιτας χωρίς λακτόζη στη διάρροια που προκαλείται από την ακτινοβολία έχουν δώσει αντικρουόμενα αποτελέσματα. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, εάν υιοθετηθεί αυτή η προσέγγιση, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται συμπληρώματα διατροφής χωρίς λακτόζη8.
Βιβλιογραφία
- Peterson DE et Al . Διαχείριση στοματικής και γαστρεντερικής βλεννογονίτιδας: ESMO Clinical Practice Guidelines, 2011 DE , 2015
- Sonis ST et Al. Perspectives on cancer therapy-induced mucosal injury: pathogenesis, measurement, epidemiology, and consequences for patients
- Van Sebille et Al. Management of mucositis during chemotherapy : from pathophysiology to pragmatic therapeutics 2015.
- Osama Muhammad Maria et Al. Radiation-Induced Oral Mucositis Front Oncol. 2017 May 22;7:89.
- Peter M. Anderson et Al. Glutamine for Amelioration of Radiation and Chemotherapy Associated Mucositis during Cancer Therapy. Nutrients 2020, 12(6), 1675;
- Eda Kucuktulu et Al. The protective effects of glutamine on radiation-induced diarrhea Support Care Cancer 2013 Apr;21(4):1071-5.
- Stacey R et Al. Radiation-induced small bowel disease:
latest developments and clinical guidance Adv Chronic Dis
(2014) 5(1) 15–29.